Καισάριο

Καισάριο
Ορεινός οικισμός (υψόμ. 880 μ., 517 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 48 χλμ. ΝΔ της πόλης της Κορίνθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Στυμφαλίας. Άποψη του ορεινού οικισμού Καισάριο, στον νομό Κορινθίας, ΝΔ του Κιάτου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ιουλιανός — I Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ι. Σάλβιος (Julianus Salvius, 100; – 170 μ.Χ.). Ρωμαίος νομοδιδάσκαλος. Γεννήθηκε στο Αδραμμύτιο και ήταν παππούς του αυτοκράτορα Μάρκου Διδίου Σάλβιου Ιουλιανού. Αφού υπηρέτησε σε διάφορα αξιώματα,… …   Dictionary of Greek

  • χριστοφόρος — I Όνομα 3 αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από χώρα της Ανατολής που δεν προσδιορίστηκε και ονομαζόταν Ρέπρεβος. Βαφτίστηκε στην Αντιόχεια από τον επίσκοπο Βαβύλα και τότε ονομάστηκε X. Πέθανε με αποκεφαλισμό στη Λυκία επί Δεκίου …   Dictionary of Greek

  • Άγιον Όρος ή Άθως — Πολιτεία μοναχών (2.262 κάτ.) που άνθησε ιδιαίτερα στους βυζαντινούς χρόνους. Το Ά.Ό. είναι βουνό με άφθονα δάση (2.033 μ.), στη νότια άκρη της ανατολικής χερσονήσου της Χαλκιδικής, από το οποίο ονομάστηκε έτσι και η χερσόνησος (332,5 τ. χλμ.).… …   Dictionary of Greek

  • Αγρίππας — I Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. Η λατινική λέξη agrippa σημαίνει το βρέφος που βγαίνει με τα πόδια και όχι με το κεφάλι. 1. Μυθικός βασιλιάς της ιταλικής πόλης Άλβα. Δεν υπάρχουν ιστορικά στοιχεία για την περίοδο της βασιλείας του. 2 …   Dictionary of Greek

  • Θεωνάς — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μάγος, ο οποίος αργότερα ασπάστηκε τον χριστιανισμό (3ος αι.). Πέθανε με μαρτυρικό τρόπο επί Διοκλητιανού. Η μνήμη του τιμάται στις 5 Ιανουαρίου. 2. Λόγιος μοναχός στο Άγιον Όρος και επίσκοπος… …   Dictionary of Greek

  • Καισαριανής, μονή — Βυζαντινό μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Υμηττού, 6 χλμ. Α του κέντρου της Αθήνας. Από αρχαιολογικά ευρήματα προκύπτει ότι στην περιοχή υπήρχε οικισμός από τη νεολιθική εποχή. Σύμφωνα με διάφορες αρχαίες μαρτυρίες, στον χώρο αυτό, που… …   Dictionary of Greek

  • Σάββας — Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Σ. «ο ηγιασμένος» (Μουταλάσκα Καππαδοκίας 439 Ιερουσαλήμ 532). Από την παιδική του ηλικία αφιερώθηκε στο μοναχικό βίο και έγινε μαθητής του Άγιου Ευθύμιου, αργότερα δε συγκρότησε κοινότητα μοναχών στο… …   Dictionary of Greek

  • Σαβινιανός — Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Καταγόταν από τη Δαμασκό. Μαρτύρησε με αποκεφαλισμό, μαζί με τους συμπατριώτες του Αγρίππα, Αδριανό, Δάσιο, Θωμά το νήπιο, Καισάριο, Σάββα, και πέντε άλλους, των οποίων τα ονόματα μας είναι άγνωστα. Η… …   Dictionary of Greek

  • Σεβηριανός — Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Πλούσιος συγκλητικός, ο οποίος καταγόταν από τη Σεβάστεια του Πόντου. Μαρτύρησε επί Λικίνιου. Η μνήμη του τιμάται την 9η Σεπτεμβρίου. 2. Μαρτύρησε, μαζί με τους Βίκτωρα, Σωτικό, Ζήνωνα, Ακίνδυνο,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”